dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
δημόσιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
öffentliche Hand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δημόσιος τομέας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
öffentliche Hand
Ⓦ
Ⓖ
…