dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufnehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bekommen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einlassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abholen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
holen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kassieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kaufen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mitreißen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einnehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παίρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kriegen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)