dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
τοιχοποιία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Mauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
χτίσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Mauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χτίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mauern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)