dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
συγχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δικαιολογώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
απολογητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entschuldigend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απολογιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απολογούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζητώ συγγνώμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich entschuldigen
Ⓦ
Ⓖ
…