dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
δόλωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Köder
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φόλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Köder
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
ο
αποκωδικοποιητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dekoder
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
φόλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Giftköder
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δολώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ködern
Ⓦ
Ⓖ
…