dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
προσωπικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
persönlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
προσωπικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
privat
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
προσωπικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
individuell
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
προσωπικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gesichts-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
προσωπικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
personenbezogen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
προσωπικός γυμναστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Heimtrainer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
προσωπικός γιατρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Leibarzt
Ⓦ
Ⓖ
…