dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μετάβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Übergang
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
μετάβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gang
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μετάβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
διαδικασία μετάβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Übergangsprozess
Ⓦ
Ⓖ
…
!
οικονομική μετάβαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wirtschaftliche Umstrukturierung
Ⓦ
Ⓖ
…