dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κρατάω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festhalten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κρατάω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
halten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κρατάω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbewahren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κρατάω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dauern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
κρατάω πρακτικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
protokollieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κρατάω σκορ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
punkten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κρατάω τσίλιες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schmiere stehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κρατάω μυστικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschwiegen
Ⓦ
Ⓖ
…