dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geschichtlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
historisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Historiker
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ιστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Geschichtsforscher
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
ιστορικός χώρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
historische Stätte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ιστορικός τέχνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kunsthistoriker
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιστορικός τέχνης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kunsthistorikerin
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
προϊστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
prähistorisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
προϊστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
urzeitlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κοσμοϊστορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weltgeschichtlich
Ⓦ
Ⓖ
…