dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αιθέρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Äther
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
αθέρας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Äther
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ουρανός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Äther
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
αιθέριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ätherisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αέρινος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ätherisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αιθέριο έλαιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ätherisches Öl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αθηροσκλήρωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Atherosklerose
Ⓦ
Ⓖ
…