dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
χημικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Chemikerin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
χημικός τροφίμων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lebensmittelchemikerin
Ⓦ
Ⓖ
…