dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αμολιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ορμώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εκπορθώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτίθεμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάνω έφοδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξαμολιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεχύνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλακώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σαρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τρικυμίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φουρτουνιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χύνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stürmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)