dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
εισάγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εγκαθιστώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
δρομολογώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εγκαινιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καθιερώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φέρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)