dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ουσία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ύλη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
υλικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ουσιαστικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
στρατοσφαιρικός ρύπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die Stratosphäre verschmutzende Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
υλικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Substanzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ουσιώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
substanziell
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ουσιαστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
substanziell
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ουσιαστικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
substanziell
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ανούσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
substanzlos
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ύλη ζωικής προέλευσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tierische Substanz
Ⓦ
Ⓖ
…