dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
δικάσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einklagbar
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
δικάσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
klagbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δικάσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verhandlungstag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
δικάσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gerichtstag
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
δικάσιμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Termin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)