dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Erlass
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dekret
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gebot
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Anordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Edikt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Befehl
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)