dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
αντικαταστάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ersatz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντικαταστάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ersatzmann
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντικαταστάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Substitut
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντικαταστάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vertreter
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντικαταστάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lückenbüßer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)