dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αναχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παραβίαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
βιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεκινώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παραβιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ραΐζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σπάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φεύγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαρρηγνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufbrechen
Ⓦ
Ⓖ
…