dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
αίσθημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gefühl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gefühl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gefühl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
συναίσθημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gefühl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αφή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Gefühl
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)