dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μαλακία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Scheiß
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γαμήσι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Scheiß
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
σκατό-
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Scheiß-
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
τα
σκατά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Scheiße
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
χέσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Scheiße
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αφόδευση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Scheiße
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χέζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
scheißen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
χέσιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Scheißen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αφόδευση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Scheißen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χέστρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Scheißhaus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
καριόλης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Scheißkerl
Ⓦ
Ⓖ
…