dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
προσιδιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ταιριάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eignen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ιδιοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
οικειοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απαλλοτριώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
enteignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαδραματίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αφομοιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ιδιοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
οικειοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σφετερίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ταιριάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich eignen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λαμβάνω χώρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich ereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμβαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich ereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαδραματίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich ereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εκτυλίσσομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich ereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καταπατώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich widerrechtlich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μεταβιβάζω κυριότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
übereignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ιδιοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
widerrechtlich aneignen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ιδιοποιούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zueignen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατοχυρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zueignen
Ⓦ
Ⓖ
…