dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entfernen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wegschaffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abbringen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abtransportieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Hindernis wegräumen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
räumen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abkehren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beseitigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entlassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entsorgen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fortschaffen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wegführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wegnehmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απομακρύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wegräumen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)