dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
υποκινώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
anstiften
Ⓦ
Ⓖ
…
παρακινώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
anstiften
Ⓦ
Ⓖ
…