dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kasus
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gegenstand
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Problem
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sache
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Angelegenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ζήτημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Frage
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)