dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Erlebnis
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Störung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Vorfall
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zwischenfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Anfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Auftritt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Auseinandersetzung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
επεισόδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Episode
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)