dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
μεσίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
χρηματομεσίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
διαμεσολαβητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
κτηματομεσίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μεσίτρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μεσολαβητής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
εμπορομεσίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Makler
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)