dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Begegnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Treffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Zusammenkunft
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sitzung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verabredung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
συνάντηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Zusammentreffen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)