dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διάρθρωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
κατανομή κατά ηλικία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Altersgliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
επαγγελματική επανένταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
berufliche Wiedereingliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ενσωμάτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Eingliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
κατανομή κατά φύλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gliederung nach Geschlecht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προβολή διάρθρωσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gliederungsansicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τεχνολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Satzzergliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
σχολική επανένταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schulische Wiedereingliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινωνική επανένταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
soziale Wiedereingliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαίρεση σε διοικητικές περιφέρειες
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Verwaltungsgliederung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επανένταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wiedereingliederung
Ⓦ
Ⓖ
…