dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
τραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich zurückziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verrutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurückweichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
μαλλιοτραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich in die Haare geraten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποτραβιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich zurückziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι στην άκρη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zur Seite weichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι στο πλάι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zur Seite weichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τραβιέμαι πίσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurückweichen
Ⓦ
Ⓖ
…