dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
σποτ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Spot
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
διαφημιστικό σποτ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der Werbespot
Ⓦ
Ⓖ
…