dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
πρακτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pragmatisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πρακτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sachbezogen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πρακτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
praktisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
πρακτικός άνθρωπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Praktiker
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
πρακτικός άνθρωπος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Praktikerin
Ⓦ
Ⓖ
…