dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πολυθρόνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Sessel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πολυθρόνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lehnstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πολυθρόνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fauteuil
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
δερμάτινη πολυθρόνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ledersessel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κουνιστή πολυθρόνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schaukelstuhl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πολυθρόνα για τη πλαζ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Strandkorb
Ⓦ
Ⓖ
…