dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
langweilig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
πληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
öd
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eintönig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
εκπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
atemberaubend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erstaunlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
εκπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erstaunlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fantastisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
frappierend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
großartig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
phantastisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
toll
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
εκπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überraschend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überwältigend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verwunderlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wunderbar
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καταπληκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wunderbar
Ⓦ
Ⓖ
…