dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
νίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Desaster
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flop
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Katastrophe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schaden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
κοκκινίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Röte
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ξινίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Säure
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ξινίλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Sodbrennen
Ⓦ
Ⓖ
…