dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μελανιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
blauer Fleck
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μελανιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Quetschung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μελανιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tintenfleck
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
μελανιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blau machen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μελανιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
blau werden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μελανιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
quetschen
Ⓦ
Ⓖ
…