dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
καράτε
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Karate
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
χτύπημα καράτε
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Handkantenschlag
Ⓦ
Ⓖ
…