dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
εντός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
innerhalb
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
εντός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herein
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
τα
εντόσθια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Eingeweide
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
βεβαιωθέντος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
etabliert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
εντόσθια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Innereien
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αλλοίωση του φωνήεντος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Umlaut
Ⓦ
Ⓖ
…