dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ελαφρύς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ελαφρύς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leichtfüßig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ελαφρύς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sanft
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
ελαφρύς σιδηρόδρομος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Nebenstrecke
Ⓦ
Ⓖ
…