dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αρτοποιία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bäckerei
Ⓦ
Ⓖ
…
αρτοποιία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Backhaus
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
χαρτοποιία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Papierfabrikation
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χαρτοποιία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Papierproduktion
Ⓦ
Ⓖ
…