dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
δαμάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zähmen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξημερώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zähmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ημερεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zähmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ημερώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zähmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τιθασεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zähmen
Ⓦ
Ⓖ
…