dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Σύνδεσμος
αν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
Σύνδεσμος
εάν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
Σύνδεσμος
όταν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
εφόσον
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
καθώς
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίρρημα
οπότε
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
άμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wenn
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)