dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
μαραίνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
welken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)