dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κλαίω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κλάμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δακρύζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
δακρυρροώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κλάψα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κλάψιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Weinen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)