dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Δεν βρέθηκαν εγγραφές για
vielse
Εννοούσατε:
viele
Εν μέρει αντιστοιχίες:
vielseitig
vielseitiger Anbau
Vielseitigkeit