dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
παθαίνω ατύχημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verunglücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)