dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
απηυδισμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verärgert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
θυμωμένα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verärgert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγαναχτισμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verärgert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
αγανακτισμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verärgert
Ⓦ
Ⓖ
…