dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ουγγαρέζικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
ουγγρικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
Ουγγρικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ungarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
Ουγγαρέζικα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Ungarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ουγγαρέζικα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungarisch
Ⓦ
Ⓖ
…