dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
δηλητηριώδης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
toxisch
Ⓦ
Ⓖ
…
τοξικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
toxisch
Ⓦ
Ⓖ
…