dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
Σέρβος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Serbe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)