dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
κάνω παζάρι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schachern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παζαρεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schachern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
καπηλεύομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschachern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεπουλώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschachern
Ⓦ
Ⓖ
…